Ιστορία και εξέλιξη
Ιστορία και εξέλιξη
Η ιστορία του χαλβά Μπομπότη ξεκινά κάπου στα 1953, όταν ο Γεώργιος Μπομπότης σε ηλικία μόλις 18 ετών αποφασίζει να εργαστεί ως βοηθός του θείου του Χρήστου Τσιούκα, ενός εκ των πλέον γνωστών ζαχαροπλαστών-χαλβαδοποιών την εποχή εκείνη στη Μαγνησία. Αφού έμαθε καλά την τέχνη και τα μυστικά της παραγωγής του χαλβά, το 1955 με περισσό ζήλο και μεράκι αλλά και με τη βοήθεια του μεγαλύτερου αδελφού του Κωνσταντίνου κάνουν τα πρώτα τους βήματα, παρασκευάζοντας και πουλώντας χαλβά σε εμποροπανήγυρεις της Θεσσαλίας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες ενώ το χειμώνα δραστηριοποιούνται στην παραγωγή τυριών και βουτύρου. Μετά το ξαφνικό θάνατο του Κωνσταντίνου το 1966, ο αδελφός του Γεώργιος συνεχίζει μόνος του πλέον την επιχείρηση. Με γνώμονα τη συνεχή βελτίωση της ποιότητας και χρησιμοποιώντας μόνον αγνά υλικά, κάνοντας μικρούς κάθε φορά πειραματισμούς στην δοσολογία, κατορθώνει τελικά να παρασκευάσει τον εξαιρετικό χαλβά, που πωλείται έως τις μέρες μας.
Το 1983 η επιχείρηση ανανεώνεται με την είσοδο του γιου του Κωνσταντίνου, ο οποίος μαθαίνει κι εκείνος με τη σειρά του τα μυστικά της μοναδικής αυτής συνταγής. Μετά το θάνατο του πατέρα του ο Κωνσταντίνος με όρεξη, περηφάνια και μεράκι συνεχίζει την παράδοση, παρά το γεγονός ότι ταυτόχρονα εργάζεται και στον ιδιωτικό τομέα ως υψηλόβαθμο διευθυντικό στέλεχος. Στόχος του είναι η μετάδοση της τέχνης και η μεταφορά της συνταγής στους γιους του Γεώργιο και Στέργιο, αποσκοπώντας στην διατήρηση της παράδοσης από την 3η γενιά!!! Παράλληλα, φιλοδοξεί να κάνει γνωστό το χαλβά εκτός των συνόρων της ελληνικής επικράτειας.
Το προϊόν - Χαλβάς
Ο χαλβάς «σαπουνέ» ή Φαρσάλων είναι ένα παραδοσιακό προϊόν, με ρίζες από την Ανατολή. Έχει πάρει και την ονομασία «παζαριώτικος» επειδή πωλείται ευρέως στις εμποροπανηγύρεις σε όλη την Ελλάδα. Ονομαστό προϊόν εδώ και 5 αιώνες. Για πρώτη φορά γίνεται αναφορά του προϊόντος γύρω στα 1600. Η παραγωγή του ξεκίνησε στα Φάρσαλα, από όπου πηρέ και την ονομασία Φαρσάλων, από Τούρκους χαλβατζήδες της εποχής. Παρασκευάζεται με αγνά υλικά, έχοντας ως βάση το νισεστέ (άμυλο αραβοσίτου), το γίδινο βούτυρο, τα αμύγδαλα, το νερό και τη ζάχαρη. Για να την παρασκευή όμως του επιτυχημένου μίγματος είναι απαραίτητη η σωστή συνταγή με τις ιδανικές αναλογίες, ενώ χρειάζεται και ένας ικανός χαλβαδοποιός καθώς απαιτείται τέχνη, δύναμη, αντοχή και πολύ προσωπική αντίληψη στο ψήσιμο.
Παρασκευάζεται σε βαρύ χάλκινο καζάνι (σε σχήμα όπως το γουόκ, απλά πολύ μεγαλύτερο), το οποίο τοποθετείται σε χτισμένη βάση, πάνω σε δυνατή φωτιά. Καθ’ όλη τη διάρκεια της παρασκευής του ο χαλβαδοποιός με μια μεγάλη ξύλινη κουτάλα ανακατεύει το μίγμα, το οποίο αφού ψηθεί σωστά, αναποδογυρίζεται μέσα στο καζάνι (όντας ακόμη ρευστό) με σκοπό το κάτω μέρος το οποίο έχει την καραμελωμένη κρούστα να έρθει επάνω. Η επίτευξη της χοντρής στρώσης τραγανής καραμελωμένης κρούστας